Tα δημοσιευμένα άρθρα εκφράζουν τις προσωπικές θέσεις και αντιλήψεις των συντακτών τους και δεν αποτελούν την επίσημη θέση του παρόντος Ιστολογίου.
Δημοσιεύματα με απρεπείς λέξεις ή εκφράσεις δεν δημοσιεύονται και ανάλογα σχόλια διαγράφονται χωρίς την παραμικρή πρόθεση λογοκρισίας.



Τετάρτη 10 Ιανουαρίου 2018

Ποιος αγαπάει περισσότερο τους Πρόσφυγες ή τους Ρομά;

Εκείνος που τους χαϊδεύει ή εκείνος που απαιτεί να τους επιβληθούν οι ίδιοι κανόνες που ισχύουν για όλους τους πολίτες θεωρώντας τους ισότιμα μέλη της κοινωνίας;...

Γράφει ο Αλέξανδρος Πιστοφίδης
Στο κλασικό του έργο «Βιριδιάνα»(1961), μας είχε δείξει, με το δικό του τρόπο, ο σκηνοθέτης του υπερρεαλισμού, ο Λουίς Μπουνιουέλ, ότι, «η καλοσύνη, η φιλανθρωπία και η αγάπη προς το συνάνθρωπο, δεν εγγυώνται πάντοτε το θρίαμβο του καλού» και δεν είχε άδικο. Αν μπορούσε η αγάπη από μόνη της να αλλάξει τον κόσμο θα έπρεπε να καταργηθούν οι φυλακές όπως είναι σήμερα και να μετατραπούν σε ιδρύματα διδασκαλίας της αγάπης.

Όταν, το 1978-79, πέντε χρόνια μετά την ενεργειακή και την οικονομική κρίση που επακολούθησε, άρχισαν να εμφανίζονται στη Γερμανία τα πρώτα κρούσματα ρατσιστικών επιθέσεων κατά των ξένων, μια ομάδα ξένων και Γερμανών, ιδρύσαμε το σύλλογο «Πρωτοβουλία Πολιτών Eνάντια στην Eχθρότητα προς τους Ξένους»( Bürgerinitiative gegen Ausländerfeindlichkeit). Είχα παρατηρήσει, ότι, σε αντίθεση με τους Γερμανούς, που ίσως λόγω των ενοχών για τα εγκλήματα των Ναζί, προσπαθούσαν να εξηγήσουν και να ερμηνεύσουν τις παραβατικότητες των ξένων με μια μεγάλη δόση επιείκειας, οι ξένοι ήμασταν πολύ περισσότερο αυστηροί με τους παραβατικούς ξένους, πρώτον, γιατί δεν είχαμε ενοχές ή αν είχαμε, αυτές εκδηλωνόταν περισσότερο προς τους Γερμανούς που συμμετείχαν στην ομάδα, για τις παραβατικότητες κάποιων συμπατριωτών μας. Όταν το 1994 ήρθα για πάντα στην Ελλάδα, συμμετείχα σε προγράμματα κατά του ρατσισμού σε κοινωνικά αποκλεισμένες ομάδες και ιδιαίτερα σε προγράμματα κατά του ρατσισμού προς τους Ρομά. Είχα διαπιστώσει σε πολλούς Ελληνες, που ανήκαν σε αντιρατσιστικές ομάδες, παρόμοιες συμπεριφορές με τους Γερμανούς. Μην έχοντας οι περισσότεροι (κάτοικοι Βορείων και Νοτίων προαστίων), καθημερινές συναναστροφές με Ρομά και ξένους αγνοούσαν πλήρως τις συνθήκες διαβίωσης στα Ανω Λιόσια και στο Ζεφύρι (με ποσοστά Ρομά πάνω από 30% και περιοχές «άβατου» και απόλυτης παρανομίας) τοποθετώντας με ευκολία την ετικέτα του ρατσιστή σε όποιον πολίτη δυσανασχετούσε με κάποιες παραβατικές συμπεριφορές των Ρομά ή των ξένων.

Ανέφερα τα δυο παραδείγματα από Γερμανία και Ελλάδα για να εξηγήσω, ότι, όσο ήμουν στη Γερμανία με ενοχλούσε περισσότερο ο λανθάνων και υποβόσκων ρατσισμός του δήθεν προοδευτικού, του στιλ «έλα μωρέ άνθρωποι είναι και αυτοί, οι οποίοι είχαν την τύχη να γεννηθούν σε ένα άθλιο περιβάλλον», ο οποίος γενικεύει, υπονοώντας ότι έτσι είναι όλοι οι ξένοι. Αυτός ο περιφρονητικός ρατσισμός, προς «το δυστυχή και φουκαρά» ξένο, με ενοχλούσε στη Γερμανία και με ενοχλεί και σήμερα στην Ελλάδα, περισσότερο από το ρατσισμό του νεοναζί και του χρυσαυγίτη, που στο δείχνει κατάμουτρα.

Υπάρχουν «αντιρατσιστές», οι οποίοι κάθε φορά που ακούν ή διαβάζουν για κάποια εγκληματική ή παραβατική πράξη ξένων νιώθουν άθλια και το πιο

αθλιότερο όλων, προσπαθούν να την εξηγήσουν σαν να πρόκειται για πράξη ατόμων που θα πρέπει να τη δούμε με επιείκεια λόγων πολιτισμικών ιδιαιτεροτήτων, δηλαδή, να δεχτούμε το κριτήριο του ακαταλόγιστου της ευθύνης.

Επειδή υπήρξα παιδί προσφύγων, νιώθω βαθιά την ανάγκη και την ευθύνη να υπερασπιστώ πρόσφυγες που έχουν την ανάγκη μου, επειδή όμως παράλληλα πιστεύω πως η γενίκευση είναι η ρίζα του ρατσισμού (όλοι οι ξένοι είναι καθάρματα) όχι, δεν είναι καθάρματα, αλλά ούτε όλοι είναι άγιοι και για να μπορέσω να βοηθήσω εκείνους τους ξένους που έχουν ανάγκη και θέλουν, είμαι υποχρεωμένος να μη δείξω την παραμικρή ανοχή στον παραβατικό, είτε είναι ξένος είτε Ελληνας.

Πριν κάποιες ημέρες, ένας πολιτικός των Πρασίνων σε μια μικρή γερμανική πόλη, έκανε μήνυση κατά αγνώστων γιατί ναρκομανείς και έμποροι ναρκωτικών, έκαναν στέκι τους το χώρο μπροστά από το μαγαζί του, το οποίο επανειλημμένα διέρρηξαν. Όταν συνέλαβε η αστυνομία τους υπεύθυνους των διαρρήξεων και διαπιστώθηκε ότι οι περισσότεροι ήταν παιδιά προσφύγων, «αντιρατσιστές» επιτέθηκαν στον πολιτικό των πρασίνων, ο οποίος μάλιστα ήταν ακτιβιστής υπέρ των ξένων.

Αυτές τις ημέρες διεξάγεται στη Γερμανία η δίκη του Χουσεϊν Κ. από το Αφγανιστάν, ο οποίος βίασε και δολοφόνησε εν ψυχρώ τη Maria Ladenburger φοιτήτρια της Ιατρικής και εθελόντρια σε προσφυγικό καταυλισμό. Ο Χουσείν Κ., ο οποίος, ψευδώς, δήλωσε ανήλικος και βρήκε φιλοξενία σε μια γερμανική οικογένεια, έστησε ένα βράδυ καρτέρι σε έναν ερημικό δρόμο έξω από το Φράϊμπουργκ, την ώρα που η εθελόντρια που βοηθούσε πρόσφυγες επέστρεφε η με το ποδήλατό της στο σπίτι της.
ο Χουσεϊν Κ και το τρίτο θύμα του, η φοιτήτρια Ιατρικής Maria Ladenburger

Με κριτήριο τον ήδη αυξανόμενο ρατσισμό και με δικαιολογία το «μη ρίξουμε κι άλλο λάδι στη φωτιά», κάποιες γερμανικές εφημερίδες προσπάθησαν να μη δώσουν μεγάλη δημοσιότητα στο γεγονός. Όταν όμως έγινε γνωστό ότι ο Χουσείν Κ δεν ήταν καν ανήλικος όταν πήγε στη Γερμανία και ότι κατηγορείται για έναν βιασμό 14χρονης στο Ιράν και μια απόπειρα φόνου μετά ληστείας στην Κέρκυρα, καθ’ οδόν προς τη Γερμανία, άρχισαν να ασκούν αυτοκριτική, γιατί δέχτηκαν μαζική κριτική από αναγνώστες τους.

Το ποιος σέβεται και εκτιμάει, όχι αγαπάει(το αγαπώ είναι μεγάλη κουβέντα και πρέπει να λέγεται με φειδώ) περισσότερο τους ξένους το αφήνω στη βούληση και στην αισθητική του καθενός.

Δεν υπάρχουν σχόλια: