Tα δημοσιευμένα άρθρα εκφράζουν τις προσωπικές θέσεις και αντιλήψεις των συντακτών τους και δεν αποτελούν την επίσημη θέση του παρόντος Ιστολογίου.
Δημοσιεύματα με απρεπείς λέξεις ή εκφράσεις δεν δημοσιεύονται και ανάλογα σχόλια διαγράφονται χωρίς την παραμικρή πρόθεση λογοκρισίας.



Τετάρτη 7 Ιουνίου 2017

Θεωρίες για το Φαινόμενο του Φασισμού

Γράφει ο Αλέξανδρος Πιστοφίδης
Στις αρχές της δεκαετίας του 20 και παράλληλα με την άνοδο του ιταλικού φασιστικού κόμματος στην εξουσία, αναπτύχθηκαν διάφορες...

θεωρίες γύρω απ’ την ουσία και τις αιτίες του φασισμού. Μια από τις πρώτες και η πιο γνωστή μέχρι σήμερα, ήταν εκείνη του βούλγαρου Γκεόργκι Δημητρόφ, ο οποίος σε μια σειρά από άρθρα του (1924-1935) χαρακτήρισε το Φασισμό ως «μια τρομοκρατική δικτατορία των πιο αντιδραστικών, σοβινιστικών και ιμπεριαλιστικών στοιχείων του Κεφαλαίου, με το γερμανικό Εθνικοσοσιαλισμό να αποτελεί την πιο ακραία του μορφή».
Το ίδιο περίπου διάστημα ο Λ. Τρότσκι χαρακτήριζε το φασισμό, «ως μια οργανωμένη κίνηση της απογοητευμένης μικροαστικής τάξης σε περίοδο οικονομικής κρίσης, ενάντια δήθεν (στα λόγια) προς τη μεγαλοαστική τάξη, αλλά στην πράξη, ενάντια προς την οργανωμένη εργατική τάξη-τα συνδικάτα».
Την περίοδο του μεσοπολέμου και συγκεκριμένα το 1923, αναπτύχθηκε η μοναδική μη μαρξιστική θεωρία, εκείνη του Ιταλού ιστορικού και δημοσιογράφου Luigi Salvatorelli, σύμφωνα με την οποία «οι οικονομικά πιεσμένες μικροαστικές μάζες του μεσοπολέμου, είδαν στο φασισμό τη μοναδική ελπίδα της οικονομικής τους ανάκαμψης». Η θεωρία αυτή υιοθετήθηκε και βελτιώθηκε τη δεκαετία του 50 από τον Αμερικανό καθηγητή και πρώην τροτσκιστή, τον Seymour Martin Lipset, καθώς και από τον Πολιτικό του Φιλελεύθερου Γερμανικού Κόμματος και διευθυντή στην Οικονομική Σχολή του Λονδίνου, τον Ralf Dahrendorf, οι οποίοι ανέπτυξαν τη «Θεωρία της Ριζοσπαστικοποίησης της Μεσαίας Τάξης». Για τον Dahrendorf, δεν υπάρχει η παραμικρή αμφιβολία ότι «η οικονομικώς κατεστραμμένη γερμανική μεσαία τάξη ήταν εκείνη που προσχώρησε μαζικά στις τάξεις του Ναζιστικού Κόμματος (NSDAP), δίνοντάς του την πλειοψηφία και αναγκάζοντας τον Χίτλερ και τον Γκέμπελς να απαρνηθούν εντελώς την αρχική αντικαπιταλιστική ρητορική εξοντώνοντας όλη την ηγεσία των παρακρατικών “Ταγμάτων Εφόδου”(SA) του Ernst Röhm, που επέμεναν στην αντικαπιταλιστική και αντισημιτική τους ρητορική». Η «Θεωρία της Ριζοσπαστικοποίησης της Μεσαίας Τάξης», έχει δυο προβλήματα. Πρώτον, ενώ διαπιστώνει το φαινόμενο της προσχώρησης, της «οικονομικά κατεστραμμένης μεσαίας τάξης» στους υποστηρικτές ή καλύτερα στους εκλογείς των φασιστικών κομμάτων, δεν εξηγεί γιατί τα κοινωνικά αυτά στρώματα είδαν στο Φασισμό τη μοναδική ελπίδα της οικονομικής τους ανάκαμψης. Δεύτερον, δεν εξηγεί το γεγονός ότι ενώ το “NSDAP”, είχε πάρει στις εκλογές του 1928 2,6%, δύο χρόνια αργότερα, το 1930 πήρε 18,3% για να εκτιναχτεί το 1933 στο 43,9%, ωσάν όλο αυτό να ήταν ένα απλό κοινωνικό ολίσθημα ή απώλεια ελέγχου της γερμανικής μεσαίας τάξης. Πολλοί ιστορικοί όλων των πολιτικών αποχρώσεων πιστεύουν σήμερα, ότι δίχως τη μαζική οικονομική χρηματοδότηση του “NSDAP”, από τις οικονομικά στριμωγμένες γερμανικές Τράπεζες και Επιχειρήσεις της Βιομηχανίας και ιδιαίτερα της Πολεμικής Βιομηχανίας, δε θα ήταν ποτέ δυνατόν το κόμμα του 2,6% να πάρει μόνο του και μέσα σε πέντε χρόνια την απόλυτη πλειοψηφία.Τράπεζες και βιομηχανίες αμείφθηκαν αδρά από το “NSDAP”. Ειδικά οι δεύτερες αμείφθηκαν με δεκάδες χιλιάδες εργάτες –δούλους και δωρεάν πρώτες ύλες από τις κατεχόμενες χώρες. 


Ρώσοι Νεοναζί σε διαδήλωση στη Μόσχα: Κάποια φασιστικά φαινόμενα δεν μπορεί να τα ερμηνεύσει ούτε η ψυχιατρική


Αμέσως μετά την άνοδο των Ναζί στην Εξουσία, η γνωστή “Σχολή Της Φρανκφούρτης” με κύριους εκπροσώπους τους μαρξιστές Max Horkheimer και Theodor Adorno, δίχως να απορρίπτει τον οικονομικό παράγοντα, τη σημασία δηλαδή της κρίσης του αγοραίου καπιταλιστικού συστήματος, ούτε τις προηγούμενες μαρξιστικές θεωρίες, ανέπτυξε τη δική της θεωρία, δίνοντας ιδιαίτερο βάρος στον παράγοντα «Κοινωνική Ψυχολογία». Για τον Max Horkheimer, «Φασισμός και Ναζισμός δεν είναι τίποτα άλλο πέρα από το προηγούμενο αστικό καθεστώς της ελεύθερης αγοράς, στριμωγμένο στο τελευταίο του καταφύγιο, που είναι το ολοκληρωτικό καθεστώς. Ενα καθεστώς δίχως τις συνήθεις αναστολές της αστικής δημοκρατίας, το οποίο μπορεί να διαχειριστεί αποτελεσματικότερα τις συνέπειες της κρίσης του καπιταλισμού προς όφελος του μεγάλου κεφαλαίου».

Σύμφωνα με τον Max Horkheimer, «αυτό που κάνει τη φασιστική και ναζιστική ιδεολογία ελκυστική στις, μπρος στο φόβο της ανεργίας, τρομοκρατημένες μάζες, είναι η κυνική ελπίδα ότι μπορεί αυτές οι κυβερνήσεις να αποσπάσουν από τα γύρω ανίσχυρα κράτη, κάτι απ’ το οποίο μπορεί να επωφεληθεί ακόμα και ο πιο ασήμαντος ανθρωπάκος», που ξαφνικά νιώθει πολιτισμικά και πνευματικά ανώτερος από τους φυλετικά κατώτερους γείτονές του. Η περίοδος του Μεσοπολέμου είχε πολλά κοινά κοινά στοιχεία με τη σημερινή εποχή αλλά και πολλές διαφορές. Μπορεί η άνοδος του Φασισμού και του Ναζισμού, να κατέστρεψε το μύθο της κοινωνικής ειρήνης και της αρμονίας των συμφερόντων μεταξύ εργασίας και κεφαλαίου, που είχε προβληθεί και καλλιεργηθεί ιδιαίτερα μετά την σταθεροποίηση των Μπολσεβίκων στην Εξουσία της Σοβιετικής Ενωσης, αλλά όλα αυτά έχουν ξεχαστεί σήμερα. Σήμερα, βιώνουμε πάλι μια παρόμοια πολιτική για μια δήθεν αρμονία συμφερόντων μεταξύ της εργασίας και του Κεφαλαίου. Και ενώ παρατηρείται μια εντυπωσιακή αύξηση της δύναμης των ακροδεξιών κομμάτων όλων των κρατών της Ευρώπης και μια ραγδαία πτώση των εισοδημάτων των εργαζομένων και των συνταξιούχων με ταυτόχρονη ραγδαία αύξηση των κερδών του Κεφαλαίου, οι μόνοι που αντιδρούν σ’ αυτήν την πολιτική της δήθεν αρμονίας, χαρακτηρίζονται εχθροί της κοινωνικής ειρήνης και της πατρίδας, όπως ακριβώς συνέβη την περίοδο του μεσοπολέμου με τους κομμουνιστές, που σήκωσαν όλο το βάρος του αντιφασιστικού αγώνα. Σήμερα, επείγει όσο ποτέ άλλοτε, μετά την ήττα του Φασισμού και του ναζισμού, η ανάγκη για ένα ευρύτερο λαϊκό μέτωπο ενάντια στον ανερχόμενο φασισμό, που δε βρίσκει πια έκφραση μόνο μέσα από συγκεκριμένα ακροδεξιά κόμματα ή χαρισματικά πρόσωπα, αλλά μέσα από καθημερινές συμπεριφορές ανθρώπων της «διπλανής πόρτας», που είναι ευάλωτοι στην προπαγάνδα σε θέματα εθνικισμού, ρατσισμού, μιλιταρισμού, απαξίωσης ανθρωπίνων δικαιωμάτων, συνδικάτων και εν γένει δημοκρατικών αξιών, στην αναζήτηση αποδιοπομπαίων τράγων για όλα τα δεινά, για την προτεραιότητα της ανάγκης για τάξη και ασφάλεια και όχι για ελευθερία, κ.π.α.

Δεν υπάρχουν σχόλια: